23 Απρ 2013

Μάρκος

ζαχαρωτά
Εκτύπωση
και τίποτα δεν είναι που να μην μπορείς
να το δείξεις περήφανα και να το τραγουδήσεις,
και τίποτα δεν είναι που να μην μπορείς
να στρέψεις τη μορφή του προς τον ήλιο
Γιάννης Ρίτσος, Το παράθυρο

Κάπου μέσα στον καθημερινό τσάμπα λόγο, στα ψαχουλέματα των ύστερων της σωσιαλμιντιακής συνάφειας, πέτυχα μια σημαντική λίστα. Τη διάβασα ολόκληρη. Πρόσωπα ασύνδετα, ονόματα σε διάταξη, βαλμένα με τάξη τα βιογραφικά, γεμάτα σημασία και ψέμα. Φαίνονταν σπουδαία, διαβάζονταν ως επιδραστικά. Επιχειρηματίες, διευθυντές, βενζινοπώλες, ανέραστοι, ημιτάλαντοι, πολυτάλαντοι, αδερφές και παλικάρια, όλοι μας μαλλιά κουβάρια. Επιδραστικοί στο τσάμπα μας.

Και ο νους μου πάει στον Μάρκο· αβίαστα. Έξω από σημαντικότητες, έξω από μεγέθη, έξω από τα καλοβαλμένα βιογραφικά, έξω από ιστορικούς ρόλους. Ζηλιάρικα μάτια -τραγουδισμένα με αγάπη, ψαλμένα μέσα στο καθάριο ανυπόφορο φως, καθαγιασμένα από τον πόθο. Μια ευγένεια που δεν ξαναβρέθηκε σε λέξεις που συνόδευαν μπουζούκι. Σαν το κεράκι λιώνω -άνθρωποι μικροί, μικροί από τον πόθο, μεγάλοι στις λέξεις τους. Παραδοχές με αρχίδια, απ'αυτές που δεν τολμάει να προφέρει σήμερα εκείνος σ'εκείνη ή σ'εκείνον ή εκείνη σ'εκείνη ή σ'εκείνον. Σ'αγναντεύω -η μεγάλη ποίηση της πιο ταπεινής στιγμής που χάθηκε μαζί με τις ταπεινές στιγμές. Μόνο μεγάλες πράξεις μνημονεύουμε. Άντε και τα όνειρα· μόνο αυτά συνέχισαν.

Ένας φίλος μου έλεγε ότι πρέπει ν'αλλάξουμε τον εθνικό μας ύμνο. Ότι οφείλει να είναι κάτι που μας εκφράζει. Κι από πότε, του λέω, ο ύμνος είναι κάτι που μας εκφράζει; Ποια σημαία εξέφρασε την ψυχή μας; Ποια μας τύλιξε με αγάπη και άπλα; Ποια μας χώρεσε; Γεμάτα τα νεκροταφεία από σημαίες, από ηρωικά πτώματα τυλιγμένα στις ματαιώσεις τους. Όλες μπλε και άσπρο, αλλά το αίμα κόκκινο. Το αίμα πάντα κόκκινο, οι ματαιώσεις αλλάζουν χρώμα. Σημαίες άλλωστε υπάρχουν πολλές. Και ποιόνα ύμνο να βάλουμε ρε Στέλιο; Τη Συννεφιασμένη Κυριακή, μου'λεγε. Ματζόρε είμαστε, ζεϊμπέκικο είμαστε, περηφάνια στα χαλάσματα μπορούμε να είμαστε. Χορός όρθιος, λεβέντικος, σαν προσευχή. Μοιάζεις με την καρδιά μου. Κοίτα τώρα εικόνα.

Και με ξαναπαίρνει ο Μάρκος από τ'αυτιά. Είναι κρίμα να μ'αφήνεις μόνος μου να λιώνω. Ικέτης των πιο αγνών πόθων: εκείνων που κοστίζουν, που αφήνουν ουλές. Ο εθνικός ύμνος στον έρωτα και την επιθυμία. Στασίδι πρώτο, προσευχή. Ένας αναστεναγμός πριν, μια ανάσα μετά. Δύσκολο, σχεδόν αφόρητο, να τ'ακούς για νιοστή φορά και να μη νομίσεις ότι αλλάζει ο κόσμος, ότι μπαίνει φως στο δωμάτιο στα τίγκα μεσάνυχτα, ότι όλα ξεκαθαρίζουν μαγικά σαν να ήταν απλά από πάντα· απλά σαν τα ασήμαντα καθημερινά αντικείμενα που σου έγραφε κάποτε ο Ρίτσος, αλλά εσύ νόμισες πως εκείνος ήταν κόμμα, δεν ήταν ποιητής. Για έρωτα έλεγε. Μήτε άνοιξη μήτε καλοκαίρι μήτε πράσινο μήτε θάλασσα, μονάχα το φως κ'οι χειρονομίες του μες στο άπειρο, το κάτασπρο φως που όλα τα καίει, τα πνίγει, τ'αφανίζει, παλιά και νέα και αυριανά, βουνά, δέντρα και μάρμαρα, δόξες κ'αισθήματα και γεγονότα κι αποφάσεις.

Με πιάνω πάλι σε εύκολη τσάμπα ποίηση, προσπαθώντας να εξηγήσω το φως και το απλό. Να το εκλογικεύσω, να το χωρέσω στις μπάσταρδες αγωνίες μου, να το περιγράψω για να πω τι τελικά; Πόσοι αναστεναγμοί κρύβονται πίσω από τις λέξεις; Πόσες λέξεις γίνονται θρύψαλα μπροστά σ'έναν αναστεναγμό; Πόσες λέξεις και αναστεναγμοί -σε ποια αναλογία δηλαδή, αυτό με καίει- μπορούν να αφηγηθούν την κοινή μας αγωνία; Τελευταία ονειρεύομαι συχνά ανταμώματα. Ας πούμε, να βρεθούμε όλοι οι αγαπημένοι σ'ένα λάηβ του Rachid Taha, να πίνουμε τον πάτο μας, να φυσάει ένας αέρας που να μας πάρει και να μας σηκώσει και να μας φτάσει ως την Αλγερία, να μας πάρει ο διάορος το κεφάλι. Να προσευχόμαστε σ'αυτό που δεν έρχεται κι όλο αναβάλλουμε. Αυτά είναι όνειρα, αυτά είναι καλοκαίρια.