11 Μάρ 2013

ΜΕ ΕΝΑ ΠΟΔΙ

Εκτύπωση

[του Δομιανού]

σε ένα κεντρικό πάρκο της πόλης, στα χορτάρια, κάθεται μια οικογένεια τσιγγάνων, τρώνε και πίνουν και γελάνε δυνατά. τους κοιτάω και σκέφτομαι ότι αυτός είναι ένας πολιτισμός που εμείς χάσαμε. πάει. τελείωσε. φινίτο. γεια.

//

στην μέση του ίδιου δρόμου, ένα περιστέρι είχε χτυπηθεί, του έλειπε ένα πόδι, τα φτερά δεν λειτουργούσαν. το είδα από μακριά να κάνει προσπάθειες να φτάσει στην διάβαση. προχωρούσε δέκα εκατοστά ανά λεπτό. τα αυτοκίνητα στην αρχή κόβανε ταχύτητα κάνανε ελιγμούς, μέχρι που ένας οδηγός έκανε την μαγική κίνηση και απλά πέρασε από πάνω του/άρεσε σε όλους τους άλλους/κάνανε το ίδιο/ένα δύο αυτοκίνητα το πήρανε ξώφαλτσα. άναψε το φανάρι και πήγα και το πήρα, όχι γιατί είμαι ευαίσθητος/να πάει να γαμηθεί η παγκόσμια ειρήνη, το ακούμπησα στα χορτάρια των τσιγγάνων. του άξιζε ένα καλύτερο τέλος. μπορεί να το έτρωγε μια γάτα/ένας σκύλος/κάτι, δεν ξέρω τι στο διάολο. θα ήταν καλύτερο από το να πεθάνει μπρος στα βλέμματα ηλιθίων που προσομοίωναν πάνω στο περιστέρι, αυτό που κάνουν στη ζωή τους. περνάνε από πάνω μας. με ανοικτά τα ραδιόφωνα. στα αρχίδια τους. τρώμε σφαλιάρες και μας φωτογραφίζουν. μην χάσουν χρόνο. τα megapixel της βίας.

//

είναι κάτι απογεύματα που νοιώθω πως ό,τι κάνω είναι μάταιο. όλα είναι μάταια. παλεύω με τον εαυτό μου να του αποδείξω ότι δεν είναι. είναι μια meta κατάσταση. δεν παλεύεις για το αυτονόητο. παλεύεις για να αποδείξεις στον εαυτό σου ότι αυτό που κάνεις για το αυτονόητο, δεν είναι μάταιο.

//

σχεδόν τρεις η ώρα τη νύχτα, στην μέση ενός μαγαζιού, ο Σ., ο Φ. και εγώ, μεθυσμένοι/πολύ μεθυσμένοι/στα ηχεία μπέλλου/εμείς μιλάμε για τον the boy, λέει ο Σ. πως του αρέσει αλλά έχει μείνει στο δύο χιλιάδες οκτώ, δεν είναι δυνατόν να συμβαίνουν όλα αυτά και να βγάζει ερωτικό δίσκο. τον κοιτάω, τους κοιτάω και τους δύο και σκέφτομαι πόσο τους αγαπώ, πως είναι από αυτούς που με άφησαν στα χορτάρια και πόσο πολιτική πράξη είναι να βγάζεις έναν ερωτικό δίσκο το δύο χιλιάδες δεκατρία. μάλλον η μεγαλύτερη. καμία ματαιότητα.

//

η μεγαλύτερη μου φαντασίωση είναι πως βγαίνω στην μιχαλακοπούλου, και στο βάθος του εξαφανισμένου ορίζοντα βλέπω τον ηλία να έρχεται χαμογελαστός με την κίτρινη μπουλντόζα του.

 

[δημοσιευμένο στο combustions.tumblr.com]