17 Ιαν 2013

εκεί είμαστε

Εκτύπωση

Εκεί είμαστε.

Πιτσιρικάδες να πηγαίνουν για πλάκα να κάψουν ταλαίπωρους αθρώπους, μετανάστες οδοιπόρους των πιο απάνθρωπων αποστάσεων, κι ο δικηγόρος τους να επικαλείται επιπολαιότητα και καμία άλλη προέκταση. Καμία σύνδεση. Ούτε με παιδεία έχει να κάνει, ούτε με πολιτική, ούτε με ανατροφή, ούτε με την κενωνία, ούτε τίποτα. Η κακιά η στιγμή. Όχι ο κακός μας ο καιρός.

Να ρωτάνε στην ανάκριση τους σκατιάρηδες δολοφόνους, τους ρατσιστές αν το έκαναν από ρατσισμό και αυτοί να λένε όχι σιγά ποιος ρατσισμός. Και κανείς να μη ρωτάει για τα μαχαίρια, ούτε πως μπορεί να είναι φασιστέητορ ονλάην 24 ώρες κάποιος για να το μπήξει, πως κυκλοφορεί κι απάνω το'χει πάντοτε στη ζώνη του σφιγμένο, αυτό το χρυσαυγιτικό και φονικό μαχαίρι, όπως αυτά που συνηθούν και μπήγουν σε αραπάδες και σ'ένα νέο ταλαίπωρο που έφυγε απ'τ'Αλγέρι. Να λένε ποιος ρατσισμός εμείς το'κάναμε γιατί μας ενοχλούσε το ποδήλατο. Καμία προέκταση, καμία σύνδεση. Ένα ποινικό περιστατικό· έξω και πέρα από την κοινωνία, έξω και πέρα από τις συνήθειές της, έξω και πέρα από τις διαστροφές της. Μας ενοχλούσε ο ξένος με το ποδήλατο. Σε κάποιο σύμπαν χωρίς ανθρώπους και παραπλήσια λογικά όντα, αυτές οι εκδοχές συμψηφίζονται. Εμάς με τα ζωσμένα μαχαίρια και τη μηχανή, μας ενοχλούσε το ποδήλατο. Κι αυτό δεν είναι θέμα. Στο μεταξύ, ένας φόνος. Άλλη μια ζωή έφυγε από τα χέρια δυο νεκρών.

Ο μέγας καμποτίνος Ταραντίνο φουρκίζεται και αδυνατεί να καταλάβει μέσα στην ψυχωσική ποπκόρν πάρλα του τι σχέση έχουν οι ταινίες με τη βία. Τι σχέση μπορεί να έχει ο σκοτωμός εκατό ανθρώπων από μια μπόμπα στο πανί -που έχει πλάκα λέει- με το σκοτωμό εκατό ανθρώπων από μια μπόμπα στην πραγματικότητα. Κατά την τελευταία ενημέρωσή μου, στην κοινωνία -όπου ζει και απευθύνεται ο εξυπνάκιας μπιμουβάς- και οι μπόμπες επιτρέπονται, και τα φυσεκλίκια στο σούπερ μάρκετ τα βρίσκεις, και κρεμασμένα καρφωμένα στο γυαλί και στο πανί είναι τα νεανικά μάτια. Μια κοινωνία όπου ενίοτε η πραγματικότητα γινόταν πλάκα. Και η πλάκα, πραγματικότητα.

Εγώ δεν ήρθα εδώ να μιλήσω για τη βία. Ήρθα να πουλήσω την ταινία μου, λέει. Να πουλήσω (άλλη) μια ταινία με βία εννοεί, αλλά σιγά τι διαφορά θα κάνει άλλη μια ταινία, τι συμμετοχή έχει στη βία μια ταινία, αφού η ταινία είναι ταινία και η βία είναι βία και ακόμα κι αν η ταινία έχει βία, η βία δεν μπορεί να έχει ταινία, άρα μη μου τρώτε χρόνο με μαλακιζμένες κουλτουριτζίδικες κοινωνιολογικές προεκτάσεις, αφήστε με να πουλήσω, αφήστε με να παριστάνω τον σπουδαίο, ρωτήστε για τη βία κανάν τσόμσκι, τα'χουμε μοιράσει τα οφίτσια, δεν μπλέκουμε τις μπίζνες. Ή κάπως έτσι.

 


Δεν με νοιάζει η βία. Με νοιάζει να πουλάω.

Δεν είναι ρατσιστές τα παιδιά, ούτε φταίει κανείς. Ήταν μια επιπολαιότητα, η κακιά η στιγμή.

Δεν είμαστε ρατσιστές. Απλώς δεν είχαμε τι να κάνουμε.

Δεν είμαστε ρατσιστές και βάρβαροι. Εκείνος μας εμπόδιζε με το ποδήλατο.

Δεν είμαστε δολοφόνοι. Απλώς κουβαλάμε απάνω μας μαχαίρια.


Εκεί είμαστε.