blog



Απότομα στο θέρος

E-mail Εκτύπωση PDF

[του the elf at bay]

altΑυτό που γίνεται κάθε καλοκαίρι είναι μια τρέλα που κλωθογυρίζει το μυαλό κι δεν το αφήνει να χαρεί την καλοκαιρινή ραστώνη. Σαν να θέλω κάτι να προφτάσω, να ολοκληρώσω πριν το θάνατο, πριν την αδικαιολόγητη κι βεβιασμένη αποχώρηση στο πουθενά.

Μου αρέσει να με συνεπαίρνει ο ζεστός αέρας, αυτό το ανεπαίσθητο θρόϊσμα στα φύλλα που φιλά ο άνεμος, η σκόνη που επικάθεται στη βεράντα κουβαλώντας ιστορίες από γειτονιές κι αυλές, η κάψα στο πλακάκι που ζεματίζεται η πατούσα κι θέλει νερένιο χάδι για να μαλακώσει.

Τα καλοκαίρια με εμπνέουν να διαβάζω αστυνομική λογοτεχνία, να πηγαίνω βόλτα στα μουσεία, να περπατώ στην Αθήνα ιδρωμένος χάνοντας κάποια γραμμάρια περιττού ψυχικού βάρους.

Αυτή η ανεμελιά έρχεται σε αντιπαράθεση με αυτό το κυνήγι του χρόνου, φαίνεται ξυπνώ από την χειμέρια νάρκη των υποχρεώσεων κι των απαιτήσεων κι αντιλαμβάνομαι ότι η ζωή είναι πολύ γλυκιά, γαλαντόμα, καθησυχαστική κι ονειροπόλα, ελαφριά κι καθόλου απαιτητική.

Τότε, σε αυτό το σημείο ηρεμίας θυμάμαι ότι «μας μαχαιρώνουν ήσυχα αυτά που πέρασαν για πάντα». (Ζυράνα Ζατέλη)


[δημοσιευμένο στο theelfatbay.net]

Άνθρωποι

E-mail Εκτύπωση PDF

[του χ.ζ.]

Άνθρωποι παιδιά και άνθρωποι έφηβοι
Και ενήλικοι παιδιά και παππούδες μπεμπέδες
Και παιδιά γέροι και κορίτσια γυναίκες πριν την εφηβεία τους
Και κορίτσια με τακούνια και φουστάνια γυναίκας
πριν τον καθρέφτη το δικό τους
Και αγόρια με όπλα και μίσος και παντόφλες σκισμένες

Και οικογένειες μικρών και τα παιδιά να οδηγούν τους μεγάλους
Και η μαμά να φτιάχνεται κι η κόρη να κάνει απόπειρα
Κι ο μπαμπάς να φαντάζεται κι ο γιος να δουλεύει για το γραμμάτιο
Και άνθρωποι θρύμματα και σκέψεις σμπαράλια

Και άνθρωποι που φύγαν παιδιά - υπέροχοι άνθρωποι
Κι άνθρωποι αγνοί αθώοι σαν άνθη
Κι άλλοι άνθρωποι βρώμικοι παιδιά πιο μικρότερα
δαρμένα στο κύμα από άλλα παιδάκια
που μέθυσαν πιο αργά τούτο το βράδυ
και κράτησαν την πονηριά πιο σφιχτά στο μυαλό τους

(Ακούστε το από εδώ. Μουσική και φωνή του ίδιου του χ.ζ.)


[δημοσιευμένο στο torpila.blogspot.com]

Μόνη πάνω στη σκηνή

E-mail Εκτύπωση PDF

[του Old Boy]

(το παρακάτω απόσπασμα του ποστ που αναδημοσιεύω, ξεκινάει με αυτό το βίντεο)

Το μεγάλο δέλεαρ που έχει η πτώση στην άβυσσο των κάθε είδους παθών σου, είναι η απολυτοσύνη. Το απόλυτο απαντάται δηλαδή σπανιότατα στην κατάφαση της ζωής, σπανιότατα στην θετική της πλευρά, σπανιότατα στην χαρά της. Κι όταν απαντάται διαρκεί λίγο και σχετικοποιείται από την ίδια τη ζωή. Παίζεις με το παιδί σου; Είσαι φουλ ερωτευμένος; Κάνεις έρωτα; Κάνεις μια δουλειά ή έχεις ένα χόμπι που σε γεμίζει; Όλα αυτά δεν παύουν να σου συμβαίνουν στη διάρκεια αληθινών ημερών μιας αληθινής ζωής. Που θα μεσολαβήσει για να σου πει πως, ωραία τα απόλυτά σου, αλλά αφού έχεις επιλέξει να ζεις μέσα στην δική της πραγματικότητα, έχει κι αυτή τις ασταμάτητες μικρότερες και μεγαλύτερες πρακτικές απαιτήσεις κι αβαρίες της. Δεν είναι απαραίτητο να μιλάμε για πράγματα δυσάρεστα ή για προβλήματα. Αρκεί ότι μιλάμε για πράγματα που πρέπει να σκεφτείς ή να κάνεις στη διάρκεια της ημέρας και τα οποία δεν αποτελούν το αντικείμενο της απόλυτης ευτυχίας σου. Εαυτός, συνείδηση, σκέψεις, ζωή μη παρακμιακή, όλα αυτά συνεπάγονται την επικράτηση της σχετικότητας. Το απόλυτο προσφέρεται στη φυγή από τον εαυτό, στην παράδοσή του στο πάθος σου, στην βρώση του και την αλλοίωσή του από αυτό. Το απόλυτο σε απελευθερώνει από όσα σε συντελούν, από όσα σε φοβίζουν, από όσα σε πονάνε. Σε κρύβει από εσένα τον ίδιο. Στο φως βλέπεις, άρα διακρίνεις σχήματα και μορφές, άρα ταξινομείς και ονομάζεις, άρα σχετικοποιείς. Στο σκοτάδι όλα είναι ένα, ένα πράγμα απόλυτο και συμπαγές, ένα πράγμα που θυμίζει το απόλυτο που βρισκόσουν πριν υπάρξεις - συνειδητοποιήσεις - νιώσεις - πληγείς και το απόλυτο που θα βρεθείς μόλις πάψεις να υπάρχεις - να συνειδητοποιείς - να νιώθεις - να πλήττεσαι.

Η Έιμι κάθε άλλο παρά μόνη είναι λοιπόν. Απλά είναι μόνη πάνω στην σκηνή. Τελείως. Χωρίς καν τον εαυτό της μαζί.


[δημοσιευμένο στο old-boy.blogspot.com]

δύο σκληρά κείμενα #αυθεντικήςαγανάκτησης

E-mail Εκτύπωση PDF

ΜΑΚΡΙΑ απ’τους «αγανακτισμένους» και τις «διαμαρτυρίες» τους!

> Η επανασυναρμολόγηση του «εθνικού κορμού» απ’τα τσακισμένα, λόγω κρίσης, μικροαστικά και μεσοαστικά Εγώ, είναι το βασικό πολιτικό ζητούμενο της δημόσιας εμφάνισης των «αγανακτισμένων». Με μαγνήτη την εμπορικά κοινότοπη ατραξιόν του «γεγονότος/event», το πλήθος καλείται να θαυμάσει (και να πιστέψει) στον εαυτό του, χωρίς όρους. Ή, καλύτερα, με προδιαγραφές και κανόνες για των οποίων τη σημασία αδιαφορεί. Ο «υπερκομματισμός» είναι τόσο κυριολεκτικός όσο επιτρέπει το ότι είναι απογοητευμένοι πελάτες ή απόγονοι του κράτους των κομμάτων. Και τώρα καλούνται να εκδηλώσουν ωμά, χωρίς τουε ξεπερασμένους κομματικούς διαχωρισμούς, τον κοινό τόπο όλων των κομμάτων: την διαταξική συνεργασία, για «το καλό της πατρίδας» και της «εθνικής οικονομίας».

Μουτζώνοντας το πολιτικό πρόσωπο του κράτους οι «αγανακτισμένοι» δεν είναι «αντικρατιστές». Αντίθετα νοσταλγούν ένα καπιταλιστικό κράτος ισχυρό, πατρικό και πειστικό. Και περιμένοντάς το δηλώνουν έτοιμοι να εξαφανίσουν αυτοπροσώπως , κάτω απ’την γαλανόλευκη, χωρίς κομματικές μεσολαβήσεις, κάθε ταξική αντίθεση.

> Οι συγκεντρώσεις των «αγανακτισμένων» είναι η πιο δημόσια και μαζική νίκη της αντι-εξέγερσης, ενάντια σε όλα όσα υπονοούσε σαν πιθανότητες η εξέγερση του Δεκέμβρη του 2008. Οι «αγανακτισμένοι» στη μεγάλη πλειοψηφία τους (ειδικά στο Σύνταγμα και στον Λευκό Πύργο) είναι φίλοι του νόμου. Γι’αυτό μπορούν να φιλοξενούν στις γραμμές τους όχι μόνο τους τραμπούκους συνεργάτες της δημόσιας τάξης, της μαφίας και των επιχειρήσεων ακινήτων, αλλά και όλους τους χειροκροτητές των εκκαθαρίσεων σε βάρος των μεταναστών προλετάριων.

Αυτό το θέαμα «ειρηνικής διαμαρτυρίας» θα γίνει το μέτρο και το όριο του τι επιτρέπεται. Από’δω και στο εξής, όσοι αγωνίζονται συγκρουόμενοι δεν θα έχουν απέναντί τους μόνο την αστυνομία και τα δικαστήρια αλλά και το μεγαλείο της «κοινωνίας των πολιτών». Κι όσοι είναι «λίγοι»; Θα τους τρώει το μαύρο σκοτάδι.

> Το δήθεν ηθικό πλεονέκτημα των «αγανακτισμένων», οι εκκλήσεις τους για «περισσότερη», «αληθινή» ή «άμεση» δημοκρατία, είναι θλιβερή κωμωδία. Το καθεστώς μόνιμης και κλιμακούμενης έκτακτης ανάγκης είναι ακόμα τόσο γενναιόδωρο (μήπως επειδή είναι κάπως «δημοκρατικό»;) ώστε να παραχωρεί λίγα στρέμματα για μερικές disneyland «δημοκρατίας»: ακίνδυνης παράθεσης παραπόνων ή δύσκολων βιωμάτων, ανακατεμένων με μανιοκαταθλιπτικές μεγαλοστομίες. Αλλά αυτό είναι απλά η προέκταση, σε «φυσικό χώρο», της cyber εικονικής «δημοκρατίας» των social media.

> Το «να μαζευτούμε πολλοί για να κάνουμε κάτι...» είναι ο βάλτος της αοριστολογίας, το πανηγύρι του συναισθηματικού ανορθολογισμού. Και ο δρόμος προς την κόλαση είναι πάντα στρωμένος με καλές προθέσεις...

Για κανένα «πλήθος» δεν θα υποστείλουμε τις σημαίες του προλεταριακού ανταγωνισμού!


[υπογράφει το block ΑΥΤΟΝΟΜΟΙ σε τοιχοκολλημένη αφίσα]

* * *

ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΕ ΑΝΗΣΥΧΟΥΝΤΕΣ

[του Μάνου Στεφανίδη]


Η ποίηση είναι ένα τρομερό δήθεν ως προς το κατεστημένο,
ότι δηλαδή προσφέρουν ενώ δεν προσφέρουν τίποτε.
Δεν υπάρχει ελπίδα για την Ελλάδα…
Ν. Καρούζος, (1979)

Επιτέλους!

Οι διανοούμενοι αντέδρασαν μ΄ ένα κείμενο ανησυχίας για την κατρακύλα του τόπου. Στη συνέχεια ακολούθησαν τηλεοπτικές δηλώσεις και συνεντεύξεις στον τύπο των πλέον φωταγωγημένων εξ αυτών με επαναληπτικές τις κοινοτοπίες περί αγωνίας, με εκκλήσεις για συνεργασία των πολιτικών δυνάμεων, με οιμωγές για τον ζόφο που βιώνουμε και με συμβουλές για το δέον γενέσθαι. Ανακουφιστικό!

Οι «επώνυμοι» της τέχνης για μιαν στιγμή αποστασιοποιήθηκαν από τις εσωτερικές τους ίντριγκες και τις πολιτικές προώθησης του «εγώ» τους και ασχολήθηκαν με τα κοινά. Παρήγορο!

Έλα όμως που το «κείμενό» τους έγινε κι αυτό προϊόν της μηντιακής βιομηχανίας και καταναλώθηκε γρήγορα εν αναμονή του επόμενου, όπου άλλη ομάδα «επωνύμων» θα -ξανά- κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου μήπως και γίνει μονόστηλο ή, έστω, τελευταία είδηση στο δελτίο των 8. Βλέπετε, έχει και η τηλεδημοκρατία τους (μαζικούς) κανόνες της.

Να γιατί δεν με συγκινούν πια τέτοιες κινήσεις. Γιατί λειτουργούν σαν άλλοθι απέναντι στο κακό που ενδημεί χρόνια μολύνοντας τους πάντες κι όχι μόνο τους ευκαιριακούς διεκπεραιωτές της εξουσίας. Και γιατί αυτή τη κρίση την ανέχθηκαν εν τη γενέσει της, αν δεν την προετοίμασαν μέσα στην εγωπαθή ματαιοδοξία τους, όλοι αυτοί οι «καλλιτέχνες» του εαυτού τους, οι ιδιοτελείς εκατομμυριούχοι της αλλότριας ευαισθησίας και οι λαμπροί εκπρόσωποι της θεσμικής διαμαρτυρίας. Όλοι αυτοί που ούτε διαπαιδαγώγησαν ως όφειλαν ούτε ενημέρωσαν εγκαίρως αυτόν τον πλαδαρό και διόλου αξιοπρεπή λαό για τα μελλούμενα δεινά. Εκπρόσωποι, οι περισσότεροι, μιας τέχνης διακοσμητικής και άρα ασφαλούς, αποτέλεσαν έγκαιρα την συμπεφωνημένη αλογόμυγα της εξουσίας, τις βελούδινες τύψεις της, τη θεσμική της «αντιπολίτευση». Λίγοι, ελάχιστοι τόλμησαν επωνύμως ν αντισταθούν, να καταγγείλουν τον ηγεμονεύοντα λαϊκισμό, να δείξουν με το δάχτυλο το κακό που θέριευε μέσα στην καταναλωτική ραστώνη, τον αντιπαραγωγικό πλουτισμό, τη λατρεία του ευτελούς, τη θεοποίηση του χρήματος, τη γενικευμένη αργομισθία, τον πνευματικό και κοινωνικό νεοπλουτισμό. Ο Παναγιώτης Κονδύλης, ο Βλάσης Κανιάρης, ο Άγγελος Ελεφάντης, ο Αντώνης Καρκαγιάννης η Έλλη Παπά, ο Νίκος Καρούζος, ο Χρήστος Παπουτσάκης, ο Κώστας Καλουφάκος, η Ρένα Χατζηδάκη, ο Κοσμάς Ψυχοπαίδης και ευάριθμοι συνεπείς ακόμη. Κι όλα αυτά με έργα, συγκεκριμένα, με κόστος προσωπικό, με αποκλεισμούς, με ατομικά παραδείγματα. Συχνά λοιδορούμενοι ή προπηλακιζόμενοι από τα κυρίαρχα ΜΜΕ, τους επίσημους λογοκριτές του Συστήματος με τις συμπεφωνημένες κριτικές και τις άνωθεν αποσιωπήσεις. Ποιος όμως, από εσάς τόλμησε να τα βάλει εγκαίρως με τους αόρατους αρχιτέκτονες της σημερινής παρακμής; Επειδή κύριο χρέος του διανοούμενου είναι να παιδαγωγεί και να διδάσκει εμπράκτως κι όχι να καταγγέλλει εκ του ασφαλούς και υστερόχρονα. Τώρα η ανησυχία σας, στηριγμένη εκτός των άλλων και σε πολιτική ευήθεια, δεν παραλλάσσει από εκείνη των “αγανακτισμένων” οι οποίοι θέλουν να καταργήσουν αυτή τη βουλή γιατί δεν διορίζει πλέον. Τι σημαίνει δηλαδή “πνεύμα ομοψυχίας” όταν υπάρχουν τόσες και τέτοιες ριζικές διαφορές στα πολιτικά μας κόμματα; Σκέφτηκαν οι ανησυχούντες πως μια σθεναρή, αντιρρητική στάση της αντιπολίτευσης λύνει τα χέρια του πρωθυπουργού ως προς τις διαπραγματεύσεις του με την Τρόικα; Στην πολιτική, δεν υπάρχουν “φίλοι” ή “εχθροί”. Υπάρχουν συγκλίνοντα και αποκλίνοντα συμφέροντα. Όλα τα άλλα είναι βολονταριστικές αφέλειες. Τολμούν οι ανησυχούντες να απαιτήσουν ένα καθολικό σάρωμα του χρεοκοπημένου πολιτικού μας συστήματος; Φοβάμαι πως όχι. Αυτό που θέλουν είναι η όπως όπως αναστήλωσή του. Επειδή η ύπαρξη τους συνδέεται νομοτελειακά με την επιβίωσή του. Γι αυτό σας λέω: Αντί κειμένων καλύτερα σιωπή τουλάχιστον ως την επόμενη τηλεοπτική εμφάνιση.

Σκέφτομαι επίσης πως αν αντί δηλώσεων μερικοί ζάπλουτοι ανησυχούντες προέβαιναν λ.χ. σε μια δωρεά, μια χορηγία προς το καταληστευμένο δημόσιο, θα καθίσταντο μέγιστο πρότυπο για το ζαλισμένο, ευρύ κοινό. Θα έδιναν αυτό που το κοινό αναμένει από την πολιτική ηγεσία του και δεν το βρίσκει: έμπνευση και παράδειγμα.

Αντ΄ αυτών οι ίδιοι εμμέσως ζητούν τη διατήρηση του status quo, τη διαιώνιση μέσα από μια ψευτοκάθαρση, -για όλα φταίει ο Τσοχατζόπουλος (sic) – του υπάρχοντος συστημικού καρκίνου. Με νηπιώδη, πολιτική σκέψη προτείνουν πάνω κάτω ότι και ο σκιώδης πρόεδρος της Δημοκρατίας: «Βρε παιδιά, βρείτε τα!» Πράγμα που αποδεικνύει ότι δεν έχουν αντιληφθεί τίποτε. Και πώς θα μπορούσε να συμβαίνει διαφορετικά, αφού οι ίδιοι υπήρξαν και είναι ακόμη ομοτράπεζοι με τους πρωταγωνιστές της εθνικής μας τραγωδίας; Θεσμικοί εκπρόσωποι πλάι στους χοντρούς δεσποτάδες με τις χρυσές ποιμαντικές ράβδους και τους ακαδημαϊκούς της ξέπνοης γνώσης και της κατεψυγμένης αλήθειας. Δυστυχώς για αυτούς, η κάθαρση σε αυτό το δράμα αργεί ακόμη εφόσον ουδείς εκ των πρωταγωνιστών τους δεν έχει προβεί σε ουσιαστική αυτοκριτική και εφόσον οι πάντες ψάχνουν για εύκολους αποδιοπομπαίους τράγους αλλά όχι για τις ουσιαστικές αιτίες της ύβρεως.

Εν ολίγοις: Η ευθύνη της πνευματικής ηγεσίας είναι τεράστια και δεν ξεπλένεται με τα SOS κάποιων επίλεκτων της τηλεδημοκρατίας και τινων επαγγελματιών της κομψευόμενης διαμαρτυρίας. (Διατυπωμένης μάλιστα και με ανύπαρκτο στυλ) Μαϊντανοί ευκαιρίας άλλοτε δοξολογούν το μνημόνιο άλλοτε επικρίνουν όσους το υπέγραψαν λειτουργώντας σαν δημοσιογράφοι υπηρεσίας και παπαγαλάκια αόρατων πλην υπαρκτών αφεντικών. Είναι αστείο να καταγγέλλουν πχ τις τράπεζες εκείνοι που κατ΄ επανάληψη μεγαλούργησαν με τις χορηγίες τους, καθιστάμενοι επίχρυσα έμβολα της κυρίαρχης μηχανής. Θυμάμαι τώρα τον πίνακα του ζάπλουτου Φασιανού «Νέοι επενδυτές οδεύοντες προς την Eurobank» αναρτημένου στην Εθνική Πινακοθήκη! Sancta Simplicitas. Άλλο παράδειγμα: Ο Τάκης Θεοδωρόπουλος, διορισμένος πρόεδρος του ΕΚΕΒΙ παρακαλώ, αντί να υπογράφει κείμενα διαμαρτυρίας, καλύτερα να υποβάλει την παραίτησή του διαμαρτυρόμενος. Ούτως ή άλλως, καμία κυβέρνηση δεν δ(ι)ωρίζει ταλέντο. Με άλλα λόγια, ο καθένας μας κρύβει δυστυχώς έναν σκελετό στη ντουλάπα του. Οι πιο μερακλήδες μάλιστα κοιμούνται και μ' ένα πτώμα...

Και κάτι τελευταίο. Την πρώτη και ύστατη φορά που είδα τον Άκη εκ του σύνεγγυς ήταν σε κοινωνική εκδήλωση στο σπίτι γνωστού ακτιβιστή δημοσιογράφου και μεγαλοστελέχους της «Ελευθεροτυπίας». Έτσι συνέβαινε ανέκαθεν. Το πρωί «μάλωναν», το βράδυ τα έπιναν αντάμα. Σαν σε δημοτικό τραγούδι! Οργανικοί διανοούμενοι και οι εκπρόσωποι του καθεστώτος. Διευθυντές εφημερίδων, μεγαλοκαλλιτέχνες, σύζυγοι-επιχειρηματίες, φιλότεχνοι πολιτικοί και οι χαριτωμένοι επενδυτές γενικώς. Χωρίς τσίπα, χωρίς αυτοκριτική, χωρίς αυτοεκτίμηση, χωρίς συνείδηση ιστορίας, χωρίς έγνοια ουσιαστική γι αυτόν τον τόπο, τον οποίο σήμερα θρηνούν. Κι αν κάποτε τα έντιμα δάκρυα του Καρούζου ήταν παράσημα στο στήθος του, τώρα οι κροκοδείλιοι κοπετοί των ανησυχούντων αστέρων, όταν δεν προκαλούν γέλιο, επιτείνουν τη διάχυτη μελαγχολία….

ΥΓ «… Αγανακτισμένος είμαι όχι από ατομική ιδιοτέλεια αλλά επειδή αυτός ο τόπος είναι πια αγορέξ… Ένα AGOREΧ είναι η Ελλάδα συνολικά ο κόσμος κι εμείς βέβαια στον βαθμό που το αποδεχόμαστε». Ν. Καρούζος, περ. Μανδραγόρας τευχ. 44 σελ. 12.

ΥΓ2 Τα ΜΜΕ έχασαν την είδηση της εικοσαετίας, δηλαδή τη χρεοκοπία της πατρίδας, υλική και πνευματική. Τι να μας πουν τώρα κι αυτά και οι «διανοούμενοί» τους;


[δημοσιευμένο στο manosstefanidis.blogspot.com]

Ρεφορμισμός Σε Live Streaming

E-mail Εκτύπωση PDF

[του silent crossing]

Χθες βράδυ κάθομαι με το σκύλο μου να δούμε μαζί live streaming από τη λαϊκή συνέλευση του Συντάγματος. Ενώ είναι για ώρα ξαπλωμένος στα πόδια μου κι εγώ του κάνω αναμετάδοση τι λένε οι σύντροφοι της Αθήνας, ξαφνικά πετιέται πάνω και μου δαγκώνει τον αστράγαλο.

-Γιατί το έκανες αυτό ρε Νικόλα; τον ρωτάω.

-Γιατί είσαι ρεφορμιστής του κερατά, μου απαντάει.

-Εγώ ρεφορμιστής; Που κάθε βράδυ στη συνέλευση μιλάω για τον καπιταλισμό και τα αντιλαϊκά μέτρα και καλώ τον κόσμο σε λαϊκή συσπείρωση;

-Ναι, αλλά το σύστημα χρειάζεται επαναστατική ανατροπή, ολική ρήξη με την αστική εξουσία κι εσείς κάθε βράδυ μυξοκλαίτε για τα λεφτά που χάνετε.

-Γιατί ρε λίγο το ‘χεις αυτό; Μην κοιτάς που εσύ τα περιμένεις όλα έτοιμα από ‘μένα και δεν φέρνεις φαγητό στο σπίτι. Μ’ αυτά τα λεφτά που χάνω τώρα ζεις κι εσύ. Πως νομίζεις ότι σου αγοράζω τα κοκαλάκια σου;

-Χα! Το παραδέχεσαι λοιπόν, δεν σε ενδιαφέρει να αλλάξει το σύστημα, μόνο η πάρτη σου σε νοιάζει. Πρόσεξε καλά κακομοίρη μου γιατί μια μέρα θα έρθουμε εμείς τα ζώα στην εξουσία και θα σας περάσουμε όλους από λαϊκά δικαστήρια!

-Καλά, εσύ μόνο κηρύγματα και ρητορείες είσαι. Νομίζεις ότι στη θέση μας θα τα κατάφερνες καλύτερα;

-Εννοείται αυτό, τουλάχιστον εγώ δεν θα έχανα το χρόνο μου σε ανούσιες συζητήσεις και ψηφοφορίες, θα τους δάγκωνα όλους μια και καλή να τελειώνουμε. Αλλά βλέπεις δεν με παίρνεις μαζί σου για να μην σε πουν εξτρεμιστή.

-Νικολάκη τώρα με προσβάλλεις. Στο κάτω κάτω τις προάλλες ήρθες μαζί μου αλλά φοβήθηκες κι έφυγες.

-Ε, όχι και φοβήθηκα! Απλά βαρέθηκα να ακούω για τη μετεξέλιξη του ιστορικού σοσιαλισμού και άλλες μπούρδες. Σοσιαλιστής είναι και ο πρωθυπουργός σας.

-Όχι πρωθυπουργός «μας», είναι και δικός «σου» πρωθυπουργός. Μην ξεχνάς ότι από αυτόν εξαρτάται αν θα έχεις κι εσύ φαγητό αύριο. Γι’ αυτό κι εγώ πιστεύω πως το κίνημα πρέπει να οργανωθεί από μέσα, η πάλη των τάξεων θα θριαμβεύσει μέσα από τις λαϊκές συνελεύσεις.

-Καλά, μέχρι να βγάλετε άκρη εσείς θα έχουν βγει στους δρόμους τα τανκς. Είδες που στα ‘λεγα εγώ ότι είσαι ρεβιζιονιστής;

-Ναι, αλλά είμαι και το αφεντικό σου και πρόσεξε καλά γιατί από αύριο ξεκινάς δίαιτα διαρκείας.

-Ε, όχι κι έτσι ρε αφεντικό, μια κουβέντα είπαμε κι εσύ το έκανες θέμα!

alt

[δημοσιευμένο στο silentcrossing.wordpress.com]

Έκτακτο συμβούλιο αγοριών

E-mail Εκτύπωση PDF

[του radio_sociale]

Ιστορία πρώτη:

Δύο μαθητές της Β’ ψιλοτσακώνονται, για το ποιος θα πιάνει πρώτος το ποντίκι ή κάτι τέτοιο. Ο πιο γεροδεμένος κερδίζει. Ο ηττημένος αντεπιτίθεται λεκτικά. “Είσαι χοντρός”. “Είσαι βλάκας”. “Είσαι αλβανός”.

Ο Ανάς, που κάθεται δύο υπολογιστές δεξιά τους, διαμαρτύρεται: “Εεε, μη βρίζετε τη χώρα μου!”

Ιστορία δεύτερη:

Μιλάω για το “ασφαλές” κλείσιμο του υπολογιστή και ο Πέτρος (Β’ κι αυτός) έχει υψωμένο χέρι: “Κύριε, να σας ρωτήσω κάτι;”. “Ναι” του λέω. “Ξέρετε από κορίτσια;” με στέλνει. “Πονεμένη ιστορία” θέλω να του απαντήσω. Προτιμώ το: “Λίγο. Αν θέλεις να συζητήσουμε κάτι, μπορούμε να το κάνουμε στο διάλειμμα”. Ξενερώνει.

Αλλά δεν το βάζει κάτω. Στο διάλειμμα έρχεται και μου καταθέτει την ψυχή του. “Φοβάμαι ότι το κορίτσι μου θα αγαπήσει άλλον. Τι να κάνω;”

Τι να κάνει;

Υ.Γ. ο ίδιος μαθητής δύο μέρες μετά, εν μέσω μαθήματος, θα φωνάξει: “Εκτακτό συμβούλιο αγοριών. Όλα τα αγόρια να μαζευτούν τώρα στο πίσω θρανίο. Και ο κύριος.”


[δημοσιευμένο στο radiosociale.wordpress.com]

(Γερνάω, μπαμπά)

E-mail Εκτύπωση PDF

[του Καρτέσιου]

Γερνάω, μπαμπά. Γέμισα άσπρες τρίχες που τόσο μου είχαν κακοφανεί όταν τις είδα σ’ εσένα. Φωνάζω για μαλακίες και αντιμετωπίζω με εκνευριστική αδιαφορία τα σοβαρά. Βαριέμαι ν’ απαντώ σε ερωτήσεις. Καθυστερώ να απαντήσω στο τηλέφωνο, ελπίζοντας να κλείσει πριν το προλάβω. Γλείφω συνέχεια καραμέλες γιατί το στόμα μου βρωμοκοπάει από τα χάπια για την υπέρταση και τη χοληστερίνη. Δεν τρώω πια αυτά που θέλω, αλλά αυτά που πρέπει.

Βογκάω, μπαμπά. Όπως έκανες κι εσύ όταν ξάπλωνες. Όπως έκανες όταν περπατούσες πιάνοντας τη μέση σου. Μου φαίνονται όλα σε μεγαλύτερη απόσταση. Τελικά δεν είναι η σοφία της ηλικίας, αλλά η άγνοια των εξελίξεων που φέρνει τα “λίγα λόγια”. Δεν τις προλαβαίνω. Δεν αντέχω ούτε τη ζέστη, ούτε το κρύο. Το μόνο που αντέχω είναι η θερμοκρασία δωματίου.

Δε βλέπω μπαμπά. Ούτε μακριά, ούτε κοντά. Έχω δυο ζευγάρια γυαλιά, όπως είχες εσύ και σε κορόιδευα. Δε βλέπω κανέναν να έρχεται. Βλέπω όλο και πιο συχνά να φεύγουν. Όποτε πληρώνομαι από τη δουλειά, τα μετράω όπως δεν τα μετρούσα παλιά. Κι όλο βγαίνουν πιο λειψά.

Σου μοιάζω, μπαμπά. Γίνομαι όλο και πιο ίδιος. Μέχρι και οι τρίχες στ’ αυτιά μου μοιάζουν με τις δικές σου. Φοβάμαι, μπαμπά. Φοβάμαι ότι θα πάρω το δικό σου βλέμμα. Εκείνο που δεν κοίταζε πουθενά κι εγώ κουνούσα το κεφάλι μου με αποδοκιμασία.

Αν ήμουν κόρη, θα μπορούσα να τραγουδώ δυνατά «Γερνάω μαμά». Όμως είμαι γιος και δεν ξέρω αν κάνει, αν δικαιούμαι να βουρκώνω, μπαμπά. Είμαι μεγάλος, βέβαια. Μπορώ να λέω ότι κάτι έχουν τα μάτια μου κι είναι έτσι υγρά. Όμως… όμως δε θέλω να κρύβομαι άλλο. Θέλω να τραγουδήσω «γερνάω, φοβάμαι, μπαμπά». Αλλά θα γελάσουν. Πρέπει ν’ αντέξω, ε; Και το κρύψιμο και την κούραση. Έτσι θα κάνω, μπαμπά. Όπως έκανες κι εσύ κι ο παππούς κι ο μπαμπάς του παππού. Θ’ αντέξω. Όμως εσύ με καταλαβαίνεις, έτσι μπαμπά;


[δημοσιευμένο στο kartesios.com]

Που με βιά μετράει C.V

E-mail Εκτύπωση PDF

[του radical desire]

Είναι πολύ ωραίο για έναν άνθρωπο να μιλά για τη βία από μια θέση συναίσθησης ότι τα δικά του χέρια είναι καθαρά. Και ψευδές. Είναι αδύνατο να έχεις καθαρά χέρια όταν ο κόσμος είναι άδικος. Και είναι αδύνατον να πράξεις το δίκαιο όσο κινείσαι νομιμοφρόνως μέσα στα πλαίσια ενός άδικου κόσμου.

Πριν λίγες ημέρες, εργάστηκα σε μια επιτροπή πρόσληψης για μια θέση. Υπήρχαν δεκαεπτά αιτήσεις. Κατ' εξαίρεση, επειδή από λάθος της διοίκησης η θέση διαφημίστηκε λιγότερο από ότι συνήθως. Σε άλλες προκηρύξεις, εξήντα άτομα, σαράντα, τριανταπέντε. Βιογραφικά στοίβα στο γραφείο, ζωές που περιμένουν να τις κοιτάξεις, να τις ζυγίσεις και να πεις πόσο αξίζουν. Φαντασματική επανάληψη των πλειστηριασμών δούλων: αυτόν να πάρεις, έχει γερά δόντια, είναι υγιής και θα σου δουλέψει. Στις φωτογραφίες των σύγχρονων βιογραφικών, τώρα που η ανεργία χτυπά ταβάνι παγκόσμια, ο δούλος μπορεί να χαμογελάει και να φοράει κουστούμι, αλλά η ανατριχίλα απέναντι στην πράξη επιλογής ανάμεσα σε ζωές-εμπορεύματα είναι η ίδια. Να ζήσει ή να μαραζώσει ο Χ ή η Ψ; Να κλάψει η Α ή ο Β; Να αισθανθεί θριαμβευτής ο Γ ή κουρέλι; Αποφασίστε.

Στη διαδικασία της συνέντευξης κλήθηκαν επτά άτομα, από τα οποία το ένα δεν μπόρεσε να παραστεί. Όλοι οι υποψήφιοι που κλήθηκαν σε συνέντευξη ήταν οικτρά υπερεξοπλισμένοι για τις τυπικές απαιτήσεις της θέσης. Το διδακτορικό ήταν πλέον το μίνιμουμ, και ας μην χρειαζόταν καν τυπικά διδακτορικό. Αναγκαστήκαμε να τους ζητήσουμε να υποβάλλουν επιπρόσθετα έγγραφα, ώστε να μπορέσουμε να κρίνουμε αυτό που στην ουσία ήταν εξ ορισμού άδικο να κριθεί:  ποιος από τους έξι θα έχει εργασία εφεξής.

Κρίναμε, πιστεύω κατά το δυνατόν δικαιότερα, λαμβάνοντας υπόψη την συνολική εικόνα βιογραφικού, συνέντευξης και πρόσθετων εγγράφων. Την επόμενη μέρα, ένας από τους υποψήφιους που δεν επιλέχθηκαν, Έλληνας στην καταγωγή, μου ζήτησε, με μάτια σβησμένα και σφιγμένα χείλη, να τον ενημερώσω για την απόφαση άτυπα ώστε να μπορέσει να δει τι θα κάνει στο μέλλον.

Τον ενημέρωσα. Ανάμεσα σε άλλα, αναφέρθηκα στις αδυναμίες του βιογραφικού, που δεν είχε αρκετές ακαδημαϊκές δημοσιεύσεις. Αληθές, και συνάμα ψευδές, διότι η θέση δεν ήταν καν ερευνητική. Αλλά όταν όλοι έχουν δημοσιεύσεις, και η θέση είναι μόνο μία, αναγκάζεσαι να το λάβεις υπόψη. Μου απάντησε αποστομωτικά: για να επιβιώσεις στην Ελλάδα, για να θρέψεις παιδιά, αναγκάζεσαι να κάνεις άλλα πράγματα απ' το να γράφεις επιστημονικά άρθρα. Τα άρθρα δεν τρέφουν τα στόματα των παιδιών σου, μου είπε. Αν μου δινες την ευκαιρία, θα δούλευα όσο ποτέ, θα το βλεπες, θα το βλεπες. Δεν του είχα δώσει την ευκαιρία.

Είχα κρίνει, και τώρα ήταν η ώρα να κριθώ. Ήταν άδικο να πρέπει να κρίνω, και άδικο να κρίνομαι για αυτό. Ήταν δίκαιο και αναπόφευκτο, και το να κρίνω και το να κριθώ. Ο άνθρωπος που δεν επέλεξα δεν έχει πια δουλειά στην Ελλάδα. Αυτήν που είχε την άφησε για να έρθει και την έχασε. Έχει δύο παιδιά. Δουλεύει όλη του τη ζωή, σκληρά, σκληρά. Είναι χαρακτηριστικό δείγμα του φιλότιμου, του νομοταγούς παιδιού, αυτού που πληρώνει την εργατικότητά του με κλειστές πόρτες. Πριν, επειδή βρισκόταν σε ένα περιβάλλον που δεν του επέτρεπε να εργαστεί όσο έπρεπε ακαδημαϊκά. Τώρα, επειδή κρίνεται με βάση καθαρά ακαδημαϊκού είδους εργασία. Από εμένα, που από καθαρή τύχη είχα την πολυτέλεια να εργαστώ ακαδημαϊκά. Η ζωή του και η ζωή μου, παιχνίδι σε μια αυθαίρετη λοταρία. Ο κύριος κέρδισε, ο άλλος κύριος έχασε.

Ο άνθρωπος που δεν επέλεξα δεν είναι Μαρξιστής. Το τελευταίο πράγμα στο μυαλό του είναι η πάλη των τάξεων και η επανάσταση. Είναι όμως ένας από τους λόγους για τους οποίους είμαι εγώ Μαρξιστής. Εγώ, που δεν τον επέλεξα. Ακολουθώντας το γράμμα του νόμου, το γράμμα του βιογραφικού που είναι πλέον ο νόμος που σε κρίνει και σε καταδικάζει ή σε αθωώνει. Της αποκορύφωσης της πραγμοποίησης της ζωής, που μεταμορφώνεται σε κέντρο παραγωγής δημοσιεύσεων. Να κρίνω προσπαθώντας να μην αδικήσω κάποιον άλλο, κάποια άλλη από τις αδήλωτες ζωές πίσω απ' τα βιογραφικά, κάποια άλλη από τις αγωνίες που μεταμφιέζονται σε αυτοπεποίθηση για τριάντα λεπτά, όσο διαρκεί μια συνέντευξη σε μια εποχή εργασιακού τρόμου. Χθες, έτερη έντρομη υποψήφιος, η οποία διαισθάνθηκε ότι δεν απάντησε όσο καλά θα ήθελε σε ερώτηση που της έκανα, έστειλε δισέλιδη επεξήγηση. Πολύ αργά. Η απόφαση είχε ήδη βγει. Δεν υπάρχει αναστολή. Χάσατε. Η πύλη έκλεισε.

Σε λίγες μέρες, ο πρώτος θα επιστρέψει στην Αθήνα, σαράντα ετών και άνεργος. Δεν έχω την παραμικρή ιδέα τι θα κάνει για να ζήσει την οικογένειά του, απ' την οποία χωρίστηκε για να μπορέσει να εργαστεί έστω για ένα χρόνο εδώ. Ούτε ο ίδιος βέβαια ξέρει τι να κάνει. Εδώ και μέρες, το άγχος για την διαδικασία, την οποία έβλεπε ως τελευταία του ευκαιρία, και η συντριβή της απογοήτευσης, τον έχουν κάνει φάντασμα. Περιφέρεται σαν ζωντανός-νεκρός. Εγώ, που έκρινα, ήμουν τυχερός. Είμαι επιβιώσας. Έχω δουλειά, κρίνω για το αν θα έχουν άλλοι δουλειά. Και δεν μπορώ να μην γνωρίζω ότι η δική μου επιβίωση προϋποθέτει, όσο έμμεσα και απόμακρα, τη δική τους συντριβή.

Με ρωτούν τι λέω για τη βία και γιατί. Με ρωτούν τι θέση έχω για τη βία. Εκτελούμε ο ένας τον άλλο, καταδικάζουμε ο ένας τον άλλο, αφανίζουμε ο ένας τον άλλο κάθε μέρα. Για να επιβιώσουμε. Για να κάνουμε τη δουλειά μας "σωστά." Για να είναι όλα καθαρά και νόμιμα. Για να ζήσουν οι θεσμοί.

Και με ρωτούν.


[δημοσιευμένο στο radicaldesire.blogspot.com]

Το γραμμάτιο του απλήρωτου Χρόνου

E-mail Εκτύπωση PDF

[του Άρη Μαραγκόπουλου]

Σήμερα ήταν μια εξαιρετικά άσχημη μέρα λόγω οικονομικών δυσχερειών. Πολύ άσχημη. Έτρεχα κυνηγώντας αυτά που ποτέ μου δεν έμαθα να τα χειρίζομαι σωστά. Αυτά που δεν τα έμαθα επειδή ποτέ δεν με ενδιέφεραν, επειδή πάντα που αρκούσε να έχω εξασφαλίσει τα απολύτως αναγκαία. Τα ακριβά αυτοκίνητα και οι πισίνες ποτέ δεν με τράβηξαν. Ούτε οι ακριβοί πίνακες. Ούτε τα σπίτια. Ούτε, ούτε, ούτε. Περιουσία μου ήταν πάντα και είναι τα βιβλία μου, η όμορφη γη, λίγοι υπέροχοι άνθρωποι που γνώρισα, κάποιοι αγώνες που πήρα μέρος ως δευτεροαγωνιστής. Το παραπάνω ποτέ μου δεν το πόθησα. Eπειδή το παραπάνω σκοτώνει το μοναδικό αγαθό που έρχεται, στην κλίμακα των δικών μου αξιών, δεύτερο μετά τη ζωή: τον απλήρωτο, έξω από συναλλαγές και χρηματισμούς Χρόνο.

Τον αργό χρόνο που στη διάρκειά του χτίζει κανείς ιστορίες. Τον χρόνο που χρειάζεται για να σκέφτεσαι και να ονειρεύεσαι τολμηρές υποθέσεις εργασίας για τη ζωή. Τον καθημερινό χρόνο που διδάσκει το επιούσιο μάθημα: πώς να παραμένεις άνθρωπος. Τον χρόνο που στη διάρκειά του μπορείς να μεγαλώσεις τα ποσοστά της διαθέσιμης ελευθερίας σου. Τον χρόνο που προσπαθείς να κάνεις κάτι μικρό για τους άλλους. Τον χρόνο του έρωτα και της κάθε μικρής αχρημάτιστης χαράς. Αυτόν τον σπάνιο χρόνο.

Εγκατέλειψα πολλές δουλειές στη ζωή μου επειδή δεν μου "κατέβαλαν" τον αναγκαίο Χρόνο. Με πλήρωναν με καλά λεφτά αλλά με την προϋπόθεση να μου "ληστεύουν" τον χρόνο. Σε όλη μου τη ζωή ο χρόνος αποτελούσε την πρώτη μου προτεραιότητα. Σε όλη μου τη ζωή αγωνίστηκα να εξασφαλίσω απλήρωτο χρόνο, χρόνο, χρόνο. Σε γενικές γραμμές το κατάφερα.

Για πρώτη φορά αυτή η προτεραιότητα κινδυνεύει σοβαρά. Για πρώτη φορά στη ζωή μου η αγωνία για την επιβίωση φαίνεται να νικάει στα σημεία τον αγώνα για τον Χρόνο. Όλες οι βεβαιότητες που είχα εξασφαλίσει χάρη στην επιμονή μου να ζω με τα απολύτως αναγκαία, όλες οι βεβαιότητες που εκπορεύονταν από την πεποίθηση ότι «εμένα δεν νοιάζει ο υπόλοιπος κόσμος που τρέχει τρελαμένος για περισσότερα λεφτά, εγώ δεν είμαι καταναλωτικό ζώο, εγώ δεν χρειάζομαι τις μεζονέτες τους και τις υστερικές τους shop therapies», τώρα έχουν εξασθενίσει σοβαρά. Θέλω να πω (και οι φίλοι μου θα το καταλάβουν): οι μικρές αχρημάτιστες χαρές που είχα εξασφαλίσει, τα μικρά αναγκαία ταξίδια, οι μικροί όμορφοι έρωτες, τα βιβλία, οι τέχνες, τα νησιά, ακόμα και η πολύτιμη ρακή μου, όλα τώρα κινδυνεύουν.

Επειδή για πρώτη φορά στη ζωή μου συνειδητοποιώ ότι, για να εξασφαλίσω αυτά τα αναγκαία με τα οποία έζησα ως τώρα, χρειάζεται να πληρώσω, έστω και με καθυστέρηση χρόνων, το ληστρικό αντίτιμο που επιμελώς απέφυγα όλη μου τη ζωή: να γίνω πιο πολύ δούλος της μισθωτής εργασίας, πιο πολύ ανελεύθερος, πιο πολύ ανεκτικός στον κόσμο της αγοράς και άρα αγοραίος, πιο υποχωρητικός, πιο αναξιοπρεπής, κι ακόμα – τι παράξενο!– πιο νέος…

Για πρώτη φορά στη ζωή μου υποχρεώνομαι να αντιμετωπίσω τη δεινή πραγματικότητα: του απλήρωτου Χρόνου μου που απόκτησε ανυπολόγιστη αξία. Υποθέτω ότι στην ίδια θέση με μένα βρίσκονται κι άλλοι άνθρωποι. Όλοι εκείνοι που αγωνίζονται κάθε μέρα, με τον τρόπο του ο καθένας, για την Αλήθεια και την Ομορφιά. Θα ενώσουμε τις δυνάμεις μας. Το ξέρω. Θα αγωνιστούμε και γι' αυτό. Το ξέρω. Εμπρός στον κίνδυνο να μην έχουμε τρόπο να εξοφλήσουμε το γραμμάτιο του απλήρωτου Χρόνου μας κάποιοι άνθρωποι κάπως, όπως γινόταν πάντα, δεν μπορεί, θ' αντισταθούμε.


[δημοσιευμένο στα facebook notes του Α.Μ.]

Βέγγος

E-mail Εκτύπωση PDF

[του Ευγένιου Αρανίτση]

Για να καταφεύγει ο Βέγγος τόσο συχνά στην προσφώνηση «Καλοί μου άνθρωποι!», πά' να πει ότι υπήρχαν και κακοί -διαφορετικά η διευκρίνιση θα περίττευε.

Τώρα οι κακοί, οι άπληστοι, οι πωρωμένοι, οι μηδενιστές και οι τεχνοκράτες επελαύνουν κερδίζοντας τις μάχες σε όλα τα μέτωπα, ενώ ο Βέγγος χάνεται μαζί με την τελευταία συγκινησιακή ανταύγεια της δεκαετίας του '60, στην ψυχική ευρυχωρία της οποίας είχε τρέξει και ξανατρέξει αλωνίζοντας και καλώντας τους πάντες σε επαγρύπνηση εν όψει μιας απειλής που ουδέποτε κατονόμαζε. Εκ των υστέρων, έχουμε αμέτρητους λόγους να υποθέσουμε πως η τελευταία δεν ήταν παρά ο κίνδυνος να αποκοπούμε απ' το συναισθηματικό φως του παρελθόντος της ζωντανής γειτονιάς.

ΠΡΑΓΜΑΤΙ, το τρέξιμο του Βέγγου στην πόλη, η αδιάκοπη κίνηση πάνω-κάτω και γύρω απ' την εστία κάθε μικροσυμβάντος είναι μια τρελή τροχιά απείρως πιο αγωνιώδης και ομιλητική απ' ό,τι των διάσημων συναδέλφων του της κινηματογραφικής κωμωδίας, όπως ο Λουί ντε Φινές ή, παλαιότερα, ο Τσάπλιν. Μ' αυτούς μοιράζεται, φυσικά, τη σπασμωδική τεθλασμένη και την ταχύτητα μιας κίνησης που προκύπτει απ' την καταδίωξη: όλοι αυτοί οι κωμικοί τρέχουν σαν να τους κυνηγούν, για να μην πούμε ότι τους κυνηγούν όντως κάθε είδους απειλές και παρεξηγήσεις, αντικείμενα που ξεφεύγουν από τον έλεγχο και παλιάνθρωποι. Ωστόσο υπάρχει στον Βέγγο, επιπλέον -και κυρίως-, μια δόση αστείρευτης αγάπης για εκείνους που αναλαμβάνει να προστατέψει και που δεν είναι παρά οι ίδιοι οι θεατές: ο Βέγγος τρέχει θέλοντας να προειδοποιήσει για μιαν επερχόμενη καταστροφή, τρέχει αντιστεκόμενος στην εισβολή ενός παράλογου τρόπου ζωής που έρχεται απ' το μέλλον και που ήδη έχει κατακτήσει, στις ταινίες εκείνες, το εσωτερικό των σαλονιών της ανώτερης τάξης με τη γοητεία των πλαστικοποιημένων επιφανειών και την υπνωτιστική επιρροή των επίπλων ντιζάιν στις αποφάσεις του Κωνσταντάρα και της Μάρως Κοντού. Εν ολίγοις, ο Βέγγος τρέχει, όχι μόνον επειδή δεν τον χωράει ο τόπος, αλλά επίσης για να σημάνει συναγερμό.

ΤΡΕΧΕΙ και τρέχει θέλοντας να μας πει ότι η συμφορά δεν είναι αυτή που μας βρήκε αλλά εκείνη που πρόκειται να μας βρει όταν θα λησμονηθεί οριστικά και αμετάκλητα το περίφημο εκείνο κάτι, αυτός ο προ πολλού μισοχαμένος θησαυρός που ο ίδιος ψάχνει εδώ κι εκεί και που δεν είναι άλλος απ' τη διαπροσωπική συμπάθεια ως ιδανική ρίζα κάθε επιθυμίας και κάθε αιτιότητας. Τρέχει διαλαλώντας ότι η ευτυχία τού να περιστοιχίζεσαι από καλούς ανθρώπους εκπνέει όπου να 'ναι, σημαδεμένη από την ημερομηνία λήξης της διαφαινόμενης αλματώδους προόδου στην τεχνολογία των τηλεοράσεων και των ψυγείων. Τρέχει σπάζοντας όλα τα ρεκόρ νευρικότητας και υπερδιέγερσης για να μας μεταδώσει, με κωμικό τρόπο, το νόημα της τελευταίας ευρωπαϊκής τραγωδίας: δηλαδή την επίγνωση ότι κάθε ρεκόρ, κάθε επίτευγμα έχει χαρακτήρα αποχαιρετιστήριο. Σ' αυτό συνίσταται η ιδιοφυΐα του.

ΑΠΟΔΕΙΧΤΗΚΕ προφήτης. Ηταν ο πιο ενστικτώδης, καλόκαρδος και ταλαντούχος ταχυδρόμος που είχαμε ποτέ.


[δημοσιευμένο στην Ελευθεροτυπία]

Σελίδα 4 από 5

περασμένα

Powered by mod LCA


δικά μας παιδιά
μπανανιώτης
δούλος
τορπίλα
στελής
φραντζής
κεσίσογλου
τσαλαπάτης
καλόρ

αρτόπουλος
λάρυγγας
ζουλ
βάαλ
κουλίδου
πλεημπό
μαρκ
βαγκ

διαβάζω

αεροζόλ
βίτα

βυτίο
δομιανός
ζακού
κίμπι

κκμοίρης
κόμπαλους
κουροσάβα
κουσίδης
κώστασνικ
λένιν
λοστμπόντις
μαραγκόπουλος
μαριονέτες
μόμεντ
μότορας
μπουρλέσκ

ξόδεμα
ολντμπόη
παιδί

πετεφρής
πορτατίφ
πουλής
ραδιοσοσιάλ
ρικούδης
ρομαντάντε
σάηλεντ

σαραντάκος
σκύλος
σοφιστής
σραόσα
στεφανίδης
τάλως
τέκιτσαν
φαιακία
χανδρινός
χασοδίκης


ρεμβάζω

γκρεπάλτ
καπράνος
κέρκυρα

κιλο
κινηματογράφοι
κούβα
μεγαλαϊκό
μίχος
μήνυμαλ
μιούταντ
μισιρλούδες
ντεμοντέ
ουλαλούμ
πόφπα
ραδιομπάμπλ
ρεντφλεκτέρ
σινέ7
τζαζαθήνα
χουανέγκρο

φώντας

σπάω πλάκα
άναλ
αντιστασέφ

βαψομαλλιάδες
ηλιθιότητα
καλυψώ
κουλούρι
κραμμπρουλέ
μαλάκας
σούπερκαλτ
στρουγκ
φίλοι
φώντας

παίζω μπάλα
αστέρας
βαρκελωνισμοί
σομπρέρο
χούμπα

 

βρίσκομαι
βρισκόμαστε

γειτονιές
βοτανικός
δρακόπουλου
ελαία
εξάρχεια
εργατολέσχη
ερνέστο
εξπόντιουμ
κερατέα
κουζίνα
λαμπηδόνα
μπάουμστρασε
νέα σμύρνη
πλουμί
πλους
πολύτεχνο
στρούγκα
ταξίδι
φιλαδέλφεια