Θυμάμαι έναν καλό δάσκαλό μου στο πιάνο να μου μιλάει για τον Keith Jarrett. Μου εξηγούσε γιατί ακούγονται τόσο όμορφοι και καθάριοι οι αυτοσχεδιασμοί του. Επειδή βάζει αγάπη σε κάθε νότα, την εννοεί κάθε νότα, την πιστεύει, την προσέχει -κι ας ακούγονται καμιά φορά πολλές μέσα σε ένα δευτερόλεπτο. Τέτοια μου έλεγε. Κι έφερνα εγώ την Κολονία στο μυαλό μου, τα λίγα που ήξερα γι'αυτήν την πόλη μέχρι τότε -συγκεκριμένα, κάπου 60-70 λεπτά της ώρας. Κι έφερνα στο μυαλό μου και τον Herman Hesse. Η αρχή όλης της τέχνης είναι η αγάπη, έγραφε. Η αξία και το πεδίο δράσης κάθε τέχνης αποφασίζεται από το πόση ικανότητα έχει ο καλλιτέχνης γι'αγάπη. Τέτοια έγραφε, κι εγώ -μη μπορώντας αλλιώς- τα πιστεύω κι αυτά. Θυμάμαι κι έναν παίχτη από τα χρόνια της σχολής -τούμπανα έπαιζε και λογής λογής κρουστά- που σε μια κουβέντα μας, κάπως το θέμα έφτασε στον Jarrett κι εκείνος δεν καταδεχόταν ούτε το όνομά του να προφέρει. Άσε με μωρέ με το μέγα απατεώνα, έλεγε. Δυσκολευόμουν να τον πιστέψω, αφού ήδη τότε πίστευα τα αυτιά μου.
Πρέπει να ήμουν οχτώ ή κάτι τέτοιο χρονώ, όταν ο πατέρας μου έβαλε να παίξει στο σπίτι το Köln Concert. Είχα αρχίσει πριν καιρό το πιάνο, αλλά κλωτσούσα στη μελέτη -λίγο οι δύσκολοι δάσκαλοι, λίγο το ότι έπρεπε να ψάχνω πιάνο δανεικό για να μελετάω ασκήσεις που δεν καταλάβαινα, που δεν ήταν μουσική, βραχνάς μου φαινόταν. Δεν ξέρω πως είναι μια επιφοίτηση, αλλά -από τις πρώτες νότες κιόλας αυτού του δίσκου- ήταν σα να κατάλαβα τα πάντα. Και πρώτα απ'όλα ότι το πιάνο είναι μουσικό όργανο. Ότι είναι ένα όργανο με το οποίο μπορείς να παίξεις μουσική. Ότι η μουσική βγαίνει από όργανα, από κινήσεις ανθρώπινων χεριών. Δεν θυμάμαι να το έμαθα αυτό ποτέ στο ωδείο. Όσο άφταστη κι αν θεωρείται σήμερα η τέχνη και η έμπνευση του Jarrett, είναι εκείνος που πρώτος μου έμαθε ότι η μουσική παίζεται από τον άνθρωπο. Άρα κι από μένα.
Το '83 στο Λυκαβηττό, τον φωτογράφισε ο πατέρας μου. Κρυμμένος πίσω από τις ηχητικές εγκαταστάσεις, χωρίς φλας προσπαθούσε με ησυχία να πάρει εικόνες του μικροσκοπικού τεράστιου πίσω από το πιάνο. Είχε μάλιστα μηχανή χωρίς motor drive για να μην κάνει θόρυβο. Πως διάολο τον άκουσε ο Jarrett, ακόμα δεν το'χει καταλάβει. Χωρίς να σταματήσει να παίζει, έκανε κάποιο νόημα στους τεχνικούς ότι ενοχλείται από τα κλικ του φωτογράφου και πάλι με κάποιο νόημα ζήτησε να σταματήσουν τα κλικ. Έτσι, μαζί με το ότι με έμπασε στη μουσική, έμαθα ότι ο Keith Jarrett είναι κάποιος τον οποίο έχει ενοχλήσει ο πατέρας μου. Η ισορροπία αποκαταστάθηκε μάλλον την προηγούμενη βδομάδα, που είχα τη σπάνια τύχη να τον ακούσω ζωντανά. Δεν έκανα μόνο ησυχία. Σχεδόν ντρεπόμουν και που ανάσαινα. Άσε που φοβόμουν μην πει τίποτα για κανά φωτογράφο παλιά. Είπε όμως για τις φωτογραφίες που επιμένουν οι άνθρωποι να τραβάνε. Μια μέρα θα'μαι νεκρός, είπε, κι εσείς θα τραβάτε ακόμα φωτογραφίες. Δεν είμαι εγώ αυτός που βλέπετε στην κάμερα.
Μετά και τα τρία ανκόρ, σκέφτομαι ότι η αγάπη κι η απάτη το ίδιο ακούγονται. Ειδικά σε έναν ξένο -εύκολα τις μπερδεύει. Μόνο που αν η αγάπη έχει μέσα της απάτη -εαυτού κυρίως- η απάτη δεν έχει αγάπη. Αν σε απάτησε και σε τραυμάτισε, λέει το παλιό λαϊκό του Τσιτσάνη -εγώ μικρός άκουγα αν σε αγάπησε. Δυσκολευόμουν. Έβγαινε κι έτσι νόημα, αλλά -είπαμε- μικρός· δεν τα'ξερα αυτά. Απάτη, λέει κι ο Jarrett, πως είναι η φωτογραφία· ακόμα κι αν έχει μέσα τον ίδιο. Απάτη λέει κι ο ταχυδακτυλουργός και βγάζει το ψωμί του. Σαν τον ακούς να ακουμπά τα δάχτυλά του στα πλήκτρα σε συνδυασμούς μαγικούς -αυτούς που nobody else does- καμία απάτη δεν υπάρχει. Όλα εκεί μπροστά. Από δάχτυλα καμωμένα κι από μισή υπόσταση ανθρώπου. Καμία απάτη, όλα απάτη· μα όχι απατηλά. Κάθε αίσθηση που χώρεσε σε μνήμη έχει νικήσει την πρόσκαιρη εξαπάτηση. Κι αν θέλεις, βάλε δίπλα και την ανάγκη -το ίδιο προφέρεται, μπερδεύεται κι άλλο ο ξένος. Οι ξένοι πάντα μπερδεύονται, αυτό τους κάνει ξένους· οι δικοί μας ξέρουν όλες τις θέσεις των πραγμάτων. Σκέφτομαι λοιπόν ότι είναι ανάγκη για τον Jarrett αυτό που κάνει, αυτό που nobody else. Είναι ανάγκη και να τον ακούς, κι ας μην το ήξερες· μέχρι να τον ακούσεις. Το δέον, όχι το δέος.
Να παίζει εκεί για ώρες θες, έξω από μεγέθη και θεωρίες, έξω από ιερά και εικονίσματα, ανθρώπινος και αναγκαίος όσο τα χέρια ενός εργάτη, απαραίτητος έξω από κάθε παρομοίωση. Να παίζει και να τον ακούς -αυτό που είναι η μουσική δηλαδή, αυτό για πάντα. Συνειδητοποιείς εκείνη την ώρα, με τρόμο σχεδόν, ότι μόνο αυτό θέλεις. Να ηρεμεί κάθε αγριάδα του νου σου, να ομορφαίνει ο κόσμος γύρω σου -το βλέμμα σου σ'αυτόν δηλαδή. Ένας άνθρωπος που εδώ και δεκαετίες, σε κάθε πράξη του, έχει φτάσει την αλήθεια του. Τόσο την έχει φτάσει και τόσο δική του μοναδική του είναι, που μπορεί να την μοιράσει, να την πολλαπλασιάσει, να την προσφέρει. Και πάλι πολλή να είναι, για όλους. Να κάθεσαι με τις ώρες να τον ακούς, να αφήνεσαι. Να φτάνεις σε μια αλήθεια. Να κρατάς το χέρι εκείνου που αγαπάς και από κείνο να κρατιέσαι και χέρια να ακούς. Όλα από χέρια καμωμένα και όλοι μισή υπόσταση ανθρώπου. Να συμπληρώνονται από ό,τι μπορεί να μας συμπληρώσει. Ένα πιάνο, δέκα δάχτυλα, άλλα τόσα σε πολλαπλασιασμό, αποστάσεις αγάπης και απάτης που διανύονται από την ανάγκη, διαδρομές αστρικές και καθημερινές σαν Παρασκευή. Και τ'όνειρό σου το παλιό να ζωντανεύει.