Γέρνει στο πλάι της και πεθαίνει. Τραυματισμένο κι αυτό, παραδίνεται. Μαζί πεθαίνουμε. Κι όση συντροφικότητα δεν προλάβαμε να εκφράσουμε στις ζώσες μέρες μας, θα μας την ζητήσει ο θάνατος· αδυσώπητα και με το ζόρι. Έχει μια αξιοπρέπεια το κάθε τέλος, όσο ατιμασμένα κι αν ζητήθηκε· όσο εκβιαστικά κι αν παραγγέλθηκε. Ακόμα κι εκεί που σ'έχουν βρει τα ξεδιάντροπα σκάγια, παρ'όλη τη φύση σου. Έχουν ένα γαλήνεμα πάντα τα κλειστά μάτια, όσο αποτρόπαια κι αν έκλεισαν. Δεν έχω ιδέα για το τι σου ζητάει ο θάνατος. Μόνο το τι θα αποκριθώ ξέρω. Με τα κλειστά μάτια εκείνων που αποφάσισαν να πεθάνουν -τραυματισμένοι αγκάλιασαν τη μητέρα μοίρα και παραδόθηκαν- μπορούμε και βλέπουμε. Μόνο με τα κλειστά μάτια μπορούμε να δούμε πιο πέρα. Τα ασάλευτα χέρια τους -κοκαλωμένα ή σε στάση εναγκαλιασμού- θα μας δείχνουν το δρόμο για πάντα. Έναν πλέον, γιατί δεν ξέρουν άλλον. [πάντα οι πεισματάρηδες μιλούσαμε μεταξύ μας· οι αυτιστικοί. οι άλλοι χάθηκαν μέσα σε τηλεφωνήματα και δυνατότητες]. Κάλυκες θα βρεθούν κάπου στα ξέφωτα το πρωινό, σφαίρες παρεμβάλλονται πια στη φύση. Μια μάχη μαίνεται μέσα στο δάσος. Κι ενώ δάση μαίνονται μέσα στις μάχες σου. Τα αγκαλιάζεις και παραδίνεσαι. Μόνο να τα αγκαλιάζεις και να παραδίνεσαι. Μόνο αυτό σου έγραψε η φύση ως απόλυτη ικανότητα. Ως απόλυτη αξιοπρέπεια.
0 σχόλια μέχρι τώρα