blog



καμίλα βαγιέχο ομορφιά

E-mail Εκτύπωση PDF
Δύσκολα χρόνια, αλλά είχε μια ομορφιά αυτή η ιστορία
Μάριος Χάκκας

υπήρξαν καιροί που γίνονταν ολόκληρες εκστρατείες για πάρτη της. το χρυσόμαλλο δέρας, η ωραία ελένη. ο ιάσονας να παλεύει με τα τέρατα, τους δυο ταύρους με τα ατσαλένια πόδια που βγάζουν φωτιές από τα ρουθούνια τους, να σπέρνει τα δόντια του δράκοντα και να φυτρώνουν πολεμιστές με δόρατα. να γίνεται ο πόλεμος έπος. να γίνεται η επιστροφή έπος. το έπος της ανθρώπινης περιπέτειας, η αφήγηση του παγκόσμιου νόστου. λαιστρυγόνες, κύκλωπες, σκύλλα και χάρυβδη, συμπληγάδες, κι αυτός να βαστάει. σειρήνες και ναυσικά και κίρκη κι εκείνος δεν. κοτζάμ δώδεκα μνηστήρες κι εκείνη δεν. ο ένας βολοδέρνει στις θάλασσες του κόσμου για να τη βρει, εκείνη περιμένει. διάφωνες ατονικές συγχορδίες σε κοντραπούντο με παύσεις, η αντίστιξη της συμπαντικής αγωνίας, οι τυφλοί τραγουδάνε την ομορφιά.

κι εσύ πάλι, πως να μιλήσεις άραγε τώρα για κείνην; σχεδόν την έχεις ξεχάσει, την κουβαλάς σαν ενοχή, απόστημα στην τακτοποίησή σου. ένοχη κάθε στιγμή που σταματάει για λίγο το μεγάλο χρόνο, που ακινητοποίησε τη μικρή ζωή σου. το μόνο που βρήκες να πεις, ότι ήταν τόσο όμορφη σαν καρτ ποστάλ, ότι έσβηνε για λίγο με το λιγοστό τρεμάμενο φως της, σαν λαμπυρίδα μέσα στο ζόφο της νύχτας, την επίπεδη ασχήμια των πόλεων που σε έκλεισαν. σε καθήλωσε το προπατορικό αμάρτημα, ο πρώτος αναμάρτητος, οι συνεχόμενοι πνιγμοί των επιθυμιών, η παγκόσμια θλίψη. πως να την αναγνωρίσεις τώρα, που έφτιαξες μάτια μόνο για συμφορές; που’φτιαξες χέρια που μόνο τακτοποιούν, μόνο κουμαντάρουν; πως να σε αναγνωρίσει κι εκείνη, που όσο λάμπει τόσο ψάχνει καθρέφτη να ανακλαστεί το φως της στην υδρόγειο; έστω, στη μεσόγειο. που έδεσε ο τύραννος με σχοινιά κι ας απορούσε ο ποιητής που έφυγε όσο έγραφα.

κάνεις γκουγκλ παλαιστίνη και σου βγαίνει θάνατος. στα χώματα της παλαιστίνης δεν ακούς για παλαιστίνη, δεν ακούς για αυτοδιάθεση, για δίκιο, για ανθρώπους. μόνο για διαφορές ακούς, για επιχειρήσεις χερσαίες, για σύρραξη, για θύματα, για διπλωματία, για χαμάς, για κύκλο βίας. κι όμως, μέσα στο θάνατο, κάνεις γκουγκλ omer goldman και σου βγάζει ομορφιά. ατόφια. που σου τσακίζει τα γόνατα, σε κάνει μικρότερο. να πιστέψεις ότι η ομορφιά δεν είναι κάτι που υπάρχει, αλλά είναι αυτό που φτιάχνεις. κόντρα σ’αυτό που σου’γραψε το λόμπι των ύστερων αναμάρτητων, ο δήμιος στο κεφάλι σου που στο κόβει από μέσα. είναι ο αέρας που φυσάς στις λέξεις σου, τα κενά, τα ερωτηματικά και τα αποσιωπητικά στο τέλος κάθε ανάγκης, που υπόσχονται γιορτές πίσω από τους λυγμούς. είναι η εντολή του λογιστή πεσόα να πας πέρα από αυτό που μπορείς. είναι η θαυμαστή συνέχεια των καθημερινών πραγμάτων που σου’λεγε ο ρίτσος. η καμίλα βαγιέχο, ο ζιοβάνι σίλβα ντα ολιβέιρα, η κατ πάουερ, ο πιερ πάολο παζολίνι. είναι αυτό που από τα έγκατα της ύπαρξης και των μπουντρουμιών του τρόμου σου μαρτυράει ο χάκκας, «να πάρω πηλό και να πλάσω απ’ την αρχή έναν άνθρωπο, κι αυτό το παγερό στερέωμα που φέρνει σβούρα από πάνω μας τυχαία και άσκοπα να μετατρέψω σε λούνα πάρκ, να στήσω πυγολαμπίδες πάνω στην άσφαλτο, να κάνω τους ανθρώπους να δουν τη μεταμεσονύκτια ομορφιά των ηλεκτρικών στύλων καθώς υποκλίνονται ευγενικά στις λεωφόρους».

και μαζί πως να σωπάσω μέσα μου κι ο ουρανός δικός μου και τέτοια.


[κείμενο γραμμένο το Δεκέμβριο για το Μπαχάρ που κυκλοφορεί τώρα, με θεματική την ομορφιά - ελεύθερο σε βιβλιοπωλεία του κέντρου]

0 σχόλια μέχρι τώρα

Add Comment


     

    περασμένα

    Powered by mod LCA