blog



"με τα μάτια κλειστά"

E-mail Εκτύπωση PDF


Ποτέ δε θα σ'αφήσω, μου'χες πει, να ζήσεις στα όνειρά μου όπως πριν. Όχι ρε στίχε, δεν ζω όπως πριν. Ούτε ζω πλέον στα όνειρα, ούτε και ζω τα όνειρα. Στην κάθε μέρα ζω, την κάθε μέρα μετράω, με τα υπόλοιπα τρέφομαι, στην άκρη του μπαλκονιού περπατάω, ζυγίζοντας το βάρος της πτώσης και της φθοράς. Την άπλα που έβλεπα μπροστά μου, τα ξέφωτα από τις παιδικές αναμνήσεις με τις εκδρομές, τα τραπεζώματα, τα πικνίκ, τα κονβόι των συγγενών -όλα τα'χω σε φωτογραφίες, και έτσι ξέρω ότι υπήρξαν- το ξέφωτο που ανοιγόταν μαγικά στο δρόμο να ξαποστάσω κάθε που κουραζόμουν, το ξέφωτο που ανοιγόταν στο μυαλό μου κάθε φορά που η σκοτεινιά έπεφτε ολούθε, όλα αυτά τα ξέφωτα θαρρείς πως έχασαν το φως τους και την άπλα τους, πως η χωροταξία της αίσθησης και του βιώματος τα εξαφάνισε από το χάρτη, πως γέμισε βιαία με μπετόν και η τελευταία χαραμάδα που μπαίνει ο ήλιος. Αλλά δεν γίνεται να είναι έτσι -γιατί αν είναι έτσι, πέθανα· δεν υπάρχω.

Όχι ρε Βυτίε. Ή, μάλλον, ναι ρε Βυτίε. Την ίδια μπύρα πίνουμε και έχει την ίδια γεύση, το ξέρω. Και είναι όλα ίσως μαύρα και πιο μαύρα. Και στον πάτο του κουτιού της μπύρας, το ξέρω πως είδες να καθρεφτίζονται ξεθυμασμένα και οι νύχτες, και οι βόλτες, και τα ποτά, και οι δίσκοι, και τα βιβλία, και οι φίλοι, και τα χάδια, και τα αγγίγματα, και οι νίκες, και οι ματαιώσεις, και όλες οι ομορφιές του κόσμου. Και ξέρω πόσο πικρή ήταν η τελευταία γουλιά. Αλλά γαμώτο ρε συ. Γιατί να μην φτιάχνουμε καλέσματα για την άλλη μεριά; Γιατί να μη σαλπάρουμε κάθε ώρα και κάθε στιγμή; Γιατί να μην αλητεύεις στις πλατείες και στους δρόμους και χέσε και τα κομπιουτεράκια και τους υπολογισμούς και τα υπουργάκια και τα χημικά τους. Σε κάθε φόρο, σε κάθε μέτρο, σε κάθε εισπράκτορα που σου χτυπάει την πόρτα, να γίνεσαι λίγο Βέγγος· να γίνεσαι μια μικρή ελληνική ταινία. Να τους μπερδεύεις, να τους ρίχνεις χαμόγελα και παναγίες. Και αν σου στενέψουν κι άλλο το βλέμμα, κι αν σου σφίξουν κι άλλο την άπλα, μάζεψέ τα και ξεκίνα να πας να βρεις άλλη· όπου γης. Καμία γη δεν είναι δική μας και για καμία δεν θα είμαστε δικοί της. Μόνο Ιθάκες ρε μαλάκα και ταξίδια, μόνο αναχωρήσεις, μόνο προορισμοί. Να σαλπάρεις κάθε ώρα και στιγμή λοιπόν. Λένε πως δεν είναι δύσκολο. Να, κάνεις το κορμί σου βάρκα και τα χέρια σου κουπιά. Κι έτσι βγαίνεις στη στεριά.

Σ'ένα φίλο, του είπα ότι δεν καταλαβαίνω τι πάει να πει "λαθρομετανάστης" και ποιος καθορίζει όρους και σύνορα και μου απάντησε πως τους όρους τους έχουμε για να συνεννοούμαστε και πως την έχω δει πολύ ποιητικά και πως έτσι δεν ζει κανείς. Όχι ρε μαλάκα. Έτσι, ζει κανείς. Έτσι ζω· έτσι βγαίνω στη στεριά. Αδιαφορώντας βαθιά για κάθε σύνορο που τέμνει τις ζωές μας, για κάθε φράχτη, για κάθε κλοιό. Πάντα τον ζούσα τον κλοιό και πάντα θα τον ζω, πάντα θα'ναι μπροστά μου και γύρω μου παντού, γιατί πάντα ήθελα να'μαι αλλού και όχι εδώ· γιατί πάντα ο φόβος που ζέχνει με σπρώχνει πιο μακριά από παντού. Δεν μετράω πόσοι χωράμε, δεν με νοιάζει πόσοι χωράμε, ποιοι είμαστε νόμιμοι, ποιοι είμαστε λαθραίοι... Όλοι να χωράμε, γίνεται; Κι ο γραμματέας μαζί με τον αλήτη, κι ο φονιάς με το θύμα αγκαλιά, και η παρθένα με το σατανά. Δεν υπολόγισα τη ζωή μου με το νόμο. Τη μέτρησα με τους ανθρώπους· δίπλα σε ανθρώπους.

Και δεν είναι πως είμαι εγώ ο χαρούμενος κι εσύ ο σκοτεινός, πως εγώ το'χω βρει το νόημα. Την ίδια μπύρα ήπιαμε, στην ίδια ματαίωση ματώσαμε. Ματώσαμε σου λέω. Κι ακόμα ματώνουμε· να στίψουμε λίγο ακόμα φως, λίγη άπλα, λίγες κουβέντες παρηγόριας, λίγα ψίχουλα αγάπης. Να κάνουμε μέρα τον απόπλου για την άλλη μεριά. Μόνο που, πια, δεν θα ματαιώνουμε. Και τη βόλτα στο Σεν Ζερμέν, και τις τρομπέτες στη Νέα Ορλεάνη, και τα δώρα, και τα κεράσματα και όλα· και τον προορισμό που πάει μα δεν στέκει, όπως δεν στέκουν τα χαράματα, όπως δεν στέκουν και τα ρίγη, όπως δεν στέκουν και τα τραγούδια για τις γυναίκες που αγαπάμε. Με άσπρο στο σώμα σου και κίτρινο στις τσιμινιέρες διότι βαρέθηκες τα βρωμερά νερά των αγκυροβολίων, εσύ που αγάπησες τις μακρινές Σποράδες, εσύ που σήκωσες τα πιο ψηλά μπαϊράκια, που πλέχεις ξέθαρρα στις πιο επικίνδυνες σπηλιάδες, που αφέθηκες να γοητευθείς από τις σειρήνες, που δεν φοβήθηκες ποτέ τις συμπληγάδες. Στο σέλας της θαλάσσης με τους γλάρους, λοιπόν· σε μια καμπίνα σου όπως εσύ μες στην καρδιά μου.

Και σε παίρνω αγκαλιά, με τα μάτια κλειστά. Αλλά, πες μου πια, πως γεννάει στο σκοτάδι η λύπη χαρά;

4 σχόλια μέχρι τώρα

Feed
  1. chapeau.
  2. "Chapeau! is often used as a generic expression of approval and appreciation in France and other parts of Europe : as a sign of admiration or respect, one shall indeed remove his hat".

    ως μη γαλλομαθής και μη κοσμοπολίτης, έπρεπε να γκουγκλάρω για να εννοήσω ένα σχόλιο. σ'ευχαριστώ -και για το σχόλιο και για το στυλ. ;)
  3. ante geia
  4. ante geia

Add Comment


     

    περασμένα

    Powered by mod LCA